τραμπούκος

τραμπούκος
ο , τραμπούκα η грубиян, -ка; хулиган, -ка; головорез, молодчик

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "τραμπούκος" в других словарях:

  • τραμπούκος — ο, θηλ. τραμπούκα και τραμπούκισσα, και ουδ. τραμπούκο, Ν 1. (το αρσ.) α) μπράβος, εξωνημένο και ανήθικο άτομο που απειλεί, εκβιάζει, αυθαιρετεί και τρομοκρατεί υπηρετώντας τους ανέντιμους σκοπούς μιας πολιτικής παράταξης ή ενός πολιτικού β)… …   Dictionary of Greek

  • τραμπούκος — ο θηλ. τραμπούκα 1. αυτός που δέχεται τραμπούκο (βλ. λ.), ο κομματάρχης που χρηματίζεται, ο εκλογέας που πουλά την ψήφο του: Οι τραμπούκοι νοθεύουν τις εκλογές. 2. μπράβος πολιτικού, ψευτοπαλικαράς, νταής: Οι τραμπούκοι δείρανε και τα καναν… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • μπασιμπουζούκος — ο 1. ο βασιβουζούκος, άτακτος στρατιώτης τού τουρκικού στρατού 2. (κατ επέκτ.) άνθρωπος βίαιος, θρασύς, αυθαίρετος, τραμπούκος. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. basibozuk] …   Dictionary of Greek

  • τραμπουκαρία — η, Ν το τραμπουκαριό. [ΕΤΥΜΟΛ. < τραμπούκος + κατάλ. αρία (πρβλ. αλαν αρία)] …   Dictionary of Greek

  • τραμπουκαριό — και τραμπουκαρειό, το, Ν 1. ομάδα από τραμπούκους («μας επιτέθηκε το τραμπουκαριό») 2. (με περιλπτ. σημ.) το σύνολο τών τραμπούκων, οι τραμπούκοι. [ΕΤΥΜΟΛ. < τραμπούκος + κατάλ. αρειό (πρβλ. παπαδ αρειό)] …   Dictionary of Greek

  • τραμπουκισμός — ο, Ν 1. θρασεία και βίαιη ενέργεια 2. σκαιότητα, βιαιότητα. [ΕΤΥΜΟΛ. < τραμπούκος + κατάλ. ισμός*] …   Dictionary of Greek

  • τραμπουκοκρατία — η, Ν επικράτηση τών τραμπούκων σε έναν τομέα τής κοινωνικής ή πολιτικής ζωής. [ΕΤΥΜΟΛ. < τραμπούκος + κρατία (< κρατης < κράτος), πρβλ. οχλο κρατία. Η λ. μαρτυρέται από το 1891 στην εφημερίδα Ακρόπολις] …   Dictionary of Greek

  • τραμπούκικος — η, ο, Ν [τραμπούκος] αυτός που ανήκει, αναφέρεται ή αρμόζει στον τραμπούκο («τραμπούκικο φέρσιμο») …   Dictionary of Greek

  • τραμπούκο — το, Ν βλ. τραμπούκος …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Τύπος — ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Πριν και κατά τη διάρκεια της Eπανάστασης του 1821 Η γέννηση του ελληνικού Τύπου συντελέστηκε ουσιαστικά στα τέλη του 18ου αιώνα στις περιοχές της ελληνικής διασποράς. Η οικονομική ευρωστία της… …   Dictionary of Greek

  • Κανελλίδης, Πέτρος — (1846 – 1911). Δημοσιογράφος. Καταγόταν από τη Λακωνία και διακρίθηκε σε πολλές μάχες κατά τη διάρκεια της Κρητικής επανάστασης του 1866. Ίδρυσε τα περιοδικά Προμηθεύς Κόλασις, Μικροί Καιροί, Τραμπούκος και Καιροί, ενώ παράλληλα εργάστηκε ως… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»